Γεννημένος στη Βηρυτό και εκπαιδευμένος στο Παρίσι, ο Galal Mahmoud δεν είναι απλώς ένας αρχιτέκτονας – είναι αφηγητής του χώρου. Συνδυάζοντας τη μεσογειακή κληρονομιά με τη σύγχρονη κομψότητα, το έργο του ανοίγει έναν αισθησιακό διάλογο ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση. Γνωστός για τη χαρακτηριστική προσέγγισή του στον σχεδιασμό φιλοξενίας, ο Mahmoud δεν δημιουργεί απλά εντυπωσιακά αρχιτεκτονικά περιβάλλοντα, αλλά αλησμόνητες εμπειρίες.
Galal Mahmoud
Τα τελευταία χρόνια, η παρουσία του στην Ελλάδα έχει“γεννήσει” αρχιτεκτονικά αριστουργήματα, με έργα όπως το Mykonian DEOS και το Sunrise Mykonos να επαναπροσδιορίζουν το νόημα της πολυτέλειας στο ελληνικό τοπίο. Σε αυτή τη συζήτηση, ο Mahmoud στοχάζεται πάνω στη σημασία του φωτός, την ποίηση των υλικών και την τεράστια αξία της εντοπιότητας. Το αποτέλεσμα; Μια βαθιά συναισθηματική και διακριτικά ριζοσπαστική θεώρηση για το τι σημαίνει να σχεδιάζεις για τους ανθρώπους – όχι απλώς για τους χώρους.
Συχνά λέτε ότι η αρχιτεκτονική μπορεί να αποδώσει ένα αίσθημα φιλοξενίας. Πώς μεταφράζετε τη μεσογειακή ιδέα της φιλοξενίας στον χωρικό σχεδιασμό, ιδιαίτερα σε έργα όπως το Myconian DEOS ή το Sunrise Mykonos; Με τι αίσθημα θα θέλατε να αποχωρεί ένας επισκέπτης;
Για μένα, η αρχιτεκτονική δεν αφορά μόνο στον σχεδιασμό – είναι εμπειρία. Είναι αυτό το αίσθημα που δημιουργείται όταν μπαίνεις σε έναν χώρο και αισθάνεσαι την αρμονία ανάμεσα στο μέσα και το έξω, στην ιστορία και την υλικότητα, στο φως και το σώμα. Δεν μπορείς να διαχωρίσεις την εμπειρία σε επιμέρους στοιχεία. Πρέπει να είναι ενιαία, χορογραφημένη. Από τη στιγμή που εισέρχεσαι, μέχρι το πώς κινείσαι, πού σταματάς, πώς χαιρετάς, πώς κάθεσαι, πώς βλέπεις τη θάλασσα και νιώθεις το φως. Όλα αυτά είναι μέρος της εμπειρίας και το καθένα επηρεάζει το άλλο.
Μιλήσατε για “χορογραφία” στον σχεδιασμό. Τι σημαίνει αυτό;
Ο χώρος δεν είναι στατικός. Είναι σαν μια αφήγηση, ένα σενάριο. Σαν σκηνοθεσία ζωής. Ο τρόπος που κινείσαι μέσα στον χώρο, το πώς αλλάζει η προοπτική σου όταν περνάς από το εσωτερικό προς το εξωτερικό ή το ανάποδο, είναι σαν να χορογραφείς κινήσεις, βλέμματα, σιωπές. Η εμπειρία είναι διαδραστική. Θέλω ο άνθρωπος να μπαίνει και να “ζει” τον χώρο, να τον ακούει, να τον νιώθει. Γι’ αυτό για μένα δεν σχεδιάζουμε κτίρια – σχεδιάζουμε εμπειρίες.
Τι ιδιαίτερο έχει η μεσογειακή ταυτότητα για εσάς;
Η Μεσόγειος είναι μοναδική γιατί δεν είναι απλώς τόπος – είναι πνεύμα. Είναι μια βαθιά σύνδεση ανάμεσα στην ιστορία, το φως, τη φύση, τον άνθρωπο. Δεν είναι μόνο γεωγραφία, είναι τρόπος ζωής. Και αυτή η “συνδεδεμένη στιγμή”, όπως τη λέω – όπου ο εσωτερικός χώρος δεν τελειώνει, αλλά συνεχίζεται έξω – είναι ένα θεμελιώδες μεσογειακό στοιχείο. Στα νησιά, βλέπεις την ιστορία όχι ως κείμενο, αλλά ως ύλη. Είναι παρούσα. Δεν χρειάζεται να την εξηγήσεις. Την αισθάνεσαι.
Galal Mahmoud
Και πώς επηρεάζει αυτό το φως τον τρόπο που σχεδιάζετε;
Το φως στην Ελλάδα είναι μαγικό. Είναι ποιητικό, αλλά είναι και δύσκολο. Στη Μύκονο, για παράδειγμα, αν θέλεις να έχεις δωμάτιο με δυτικό προσανατολισμό, για να βλέπεις το ηλιοβασίλεμα, μέχρι τις 4 το απόγευμα αυτό μπορεί να γίνεται βασανιστικό. Πρέπει να προστατευτείς. Έτσι, η πρόκληση δεν είναι μόνο να “παίξεις” με το φως, αλλά να το διαχειριστείς σωστά. Όχι να το μπλοκάρεις, αλλά να το ενσωματώσεις με σοφία – να γίνει σύμμαχος και όχι απειλή.
Τι σημαίνει για εσάς η έννοια του “τοπικού”;
Είναι καθοριστική. Δεν πάμε κάπου για να αντιγράψουμε ή να αναπαράγουμε. Είμαστε αρχιτέκτονες και δεν είναι η δουλειά μας να κάνουμε ένα καρτ-ποστάλ του παρελθόντος. Ο ρόλος μας είναι να εξελίξουμε το τοπικό μέσα από σύγχρονη γλώσσα, με σεβασμό. Όχι αντιγραφή, αλλά συνέχεια. Αυτό κάναμε και στο DEOS στη Μύκονο: ένα έργο μοντέρνο στη μορφή, αλλά βαθιά ενσωματωμένο στο πνεύμα του νησιού. Με υλικά, ρυθμούς και δομές που ανήκουν στο τοπίο.
Πώς αντιμετωπίζετε την παράδοση στην πράξη;
Με διάλογο. Αν οι τεχνίτες γνωρίζουν την πέτρα, το μάρμαρο, την κεραμική τέχνη, εγώ δεν πάω να τους αλλάξω. Τους ζητώ να δουλέψουν με αυτά που ξέρουν και μαζί δοκιμάζουμε νέες εφαρμογές. Για παράδειγμα, αντλήσαμε έμπνευση από τα παραδοσιακά λευκά υφαντά με σχέδιο που χρησιμοποιούνται στα ελληνικά τραπέζια και τα μεταφέραμε σε υαλοπίνακες, που τοποθετήσαμε ως διαχωριστικό στοιχείο ανάμεσα στον ιδιωτικό και κοινόχρηστο χώρο των δωματίων του ξενοδοχείου. Κάπως έτσι η παράδοση γίνεται σύγχρονη, χωρίς να χάνει την ψυχή της.
Galal Mahmoud
Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο ελληνικό υλικό, κάποιος μύθος ή μια συναισθηματική ατμόσφαιρα στην οποία επιστρέφετε συχνά ως πηγή έμπνευσης;
Τα νησιά. Το φως. Οι χιλιάδες αποχρώσεις του μπλε! Έχω από παιδί μια βαθιά σύνδεση με τη θάλασσα. Ο πατέρας μου είχε ένα μικρό σκάφος στον Λίβανο και, κάθε φορά
που δουλεύω σε ένα νησί, νιώθω ότι επιστρέφω σε εκείνη την αίσθηση της μαγείας. Το να κάθεσαι και να βλέπεις τη θάλασσα, με τον ήλιο πάνω από τα νησιά… Δεν μπορώ να το εξηγήσω. Είναι σαν προσευχή. Ένας φίλος μου είπε: “Αν δεν πιστεύεις στον Θεό, έλα στην Ελλάδα. Θα αρχίσεις να πιστεύεις.” Και έχει τόσο δίκιο!

Όταν εργάζεστε στην Ελλάδα, έχετε αντιμετωπίσει πολιτισμικές ή δημιουργικές “τριβές”; Πώς επηρεάζουν αυτές οι προκλήσεις τη διαδικασία του σχεδιασμού, ειδικά στα απομονωμένα νησιά;
Ευτυχώς, έχω καλούς συνεργάτες. Ένας εξαιρετικός τοπικός αρχιτέκτονας φροντίζει τις αδειοδοτήσεις, οπότε δεν βιώνω άμεσα τις γραφειοκρατικές δυσκολίες. Ωστόσο, αυτό που είναι πιο σημαντικό είναι ότι οι πελάτες μου εδώ είναι εμπνευσμένοι. Ξέρουν τι θέλουν, αλλά μου δίνουν και την ελευθερία να δημιουργήσω. Αυτό γεννά εμπιστοσύνη και αποτελέσματα. Επίσης, είμαι
μαθημένος στις προκλήσεις. Έρχομαι από τον Λίβανο και εκεί η δυσκολία είναι κανόνας, όχι εξαίρεση.
Galal Mahmoud
Αν σας ζητούσα να αποδώσετε την “ψυχή” των ελληνικών έργων σας με μία λέξη, ποια θα επιλέγατε – και γιατί;
Ευτυχία. Όσο απαιτητικά και αν είναι, τα έργα στην Ελλάδα μού δίνουν μεγάλη χαρά, γιατί ξέρω ότι δημιουργούνται με ενσυναίσθηση, φροντίδα, ποιότητα, με ειλικρινή αγάπη για το τοπίο και τους ανθρώπους. Είναι μια βαθιά ανθρώπινη εμπειρία. Παρά τις δυσκολίες, κάθε project σε ελληνικό έδαφος μού προσφέρει μια απίστευτη αίσθηση πληρότητας. Με εξαντλεί – σαν να στύβεις ένα λεμόνι μέχρι την τελευταία σταγόνα του – αλλά στο τέλος νιώθω γεμάτος. Και πάντα, ανυπομονώ για το επόμενο!






