Η ενδομητρίωση είναι μία καλοήθης πάθηση στην οποία ο ιστός που καλύπτει την εσωτερική επιφάνεια της μήτρας (ενδομήτριο), αναπτύσσεται σε άλλα σημεία εντός της πυέλου (ωοθήκες, σάλπιγγες, περιτόναιο, ουροδόχο κύστη, έντερο, ουρητήρες), αλλά και σε τοποθεσίες εκτός της πυέλου (διάφραγμα, πνεύμονες και πολύ σπάνια ακόμα και στον εγκέφαλο). Ο έκτοπος αυτός ιστός προκαλεί στα σημεία που αναπτύσσεται φλεγμονώδη αντίδραση, με αποτέλεσμα την εμφάνιση συμπτωμάτων ανάλογα με το σημείο που αναπτύσσονται, αλλά και την πρόκληση συμφύσεων με τα γειτονικά όργανα.
Αποτελεί τη δεύτερη σε συχνότητα καλοήθη γυναικολογική πάθηση μετά τα λειομυώματα. Η συχνότητα της πάθησης είναι 7-10% και αφορά γυναίκες της αναπαραγωγικής ηλικίας (15-49 ετών).
Έρευνες έχουν δείξει ότι ο μέσος χρόνος από την εμφάνιση των συμπτωμάτων μέχρι την τελική διάγνωση είναι 5-7 χρόνια,.γεγονός που υποδηλώνει την ιδιαιτερότητα της ασθένειας και την εξειδίκευση που απαιτείται από τον Γυναικολόγο,.ώστε να καθοδηγήσει σωστά τη γυναίκα.
Αιτίες και διάγνωση
Από το 1860 έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες για την αιτιοπαθογένεια της ενδομητρίωσης. Η ακριβής αιτία της ενδομητρίωσης δεν είναι ακόμα γνωστή.
Μία θεωρία είναι εκείνη της κληρονομικότητας,.ενώ μία άλλη θεωρεί πως το ενδομήτριο κατά τη διάρκεια της περιόδου παλινδρομεί,.και δια μέσου των σαλπίγγων, εμφυτεύεται στο περιτόναιο, με αποτέλεσμα στη συνέχεια να αναπτυχθεί σε περιοχές εκτός μήτρας.
Τέλος, υπάρχει και η θεωρία ότι η ενδομητρίωση μπορεί να δημιουργηθεί εξαιτίας ανοσολογικών ανωμαλιών.που δεν επιτρέπουν στο ανοσοποιητικό να εντοπίσει και να καταστρέψει τις έκτοπες εστίες.
Η κλινική εικόνα της ενδομητρίωσης ποικίλλει και εξαρτάται από τη θέση και την έκταση των ενδωμητριωσικών εστιών.
Σε αρκετές περιπτώσεις δεν εμφανίζονται καν συμπτώματα.
Παρ’ όλο το ευρύ φάσμα των συμπτωμάτων, τα δύο κύρια χαρακτηριστικά που οδηγούν στη διάγνωση, είναι το πυελικό άλγος και η υπογονιμότητα.
Η λαπαροσκόπηση (χειρουργική επέμβαση με μικρές τομές στην κοιλιά για την εισαγωγή μιας κάμερας) θεωρείτο μέχρι πρότινος «ο χρυσός κανόνας» ως διαγνωστικό εργαλείο. Οι πρόσφατες, όμως, εξελίξεις στις μεθόδους απεικόνισης, ο κίνδυνος που υπάρχει σε κάθε χειρουργική επέμβαση, η περιορισμένη πρόσβαση σε εξειδικευμένους χειρουργούς και το κόστος, ήταν οι παράγοντες που οδήγησαν στο να συνιστάται πλέον η λαπαροσκόπηση μόνο εάν τα αποτελέσματα της απεικόνισης είναι αρνητικά και οι υπάρχουσες θεραπείες αποδεικνύονται ανεπιτυχείς.
Η κατηγοριοποίηση της ενδομητρίωσης γίνεται ανάλογα με τη θέση και το βαθμό διείσδυσης στα υποκείμενα όργανα:
- Επιφανειακή ενδομητρίωση: Οι έκτοπες εστίες είναι επιφανειακές και δεν διηθούν τους υποκείμενους ιστούς.
- Εν τω βάθει ενδομητρίωση: Οι εστίες ενδομητρίωσης είναι μεγαλύτερες σε μέγεθος και διηθούν τα όργανα που προσβάλλουν.
- Εξωγεννητική ενδομητρίωση: Οι εστίες που προσβάλλουν όργανα εκτός πυέλου.
- Αδενομύωση: Είναι η ενδομητρίωση εντός των τοιχωμάτων της μήτρας.
Όσον αφορά στη σταδιοποίηση της νόσου, αυτή γίνεται χειρουργικά και μέχρι πρόσφατα χρησιμοποιούνταν η κατάταξη της Αμερικανικής Εταιρείας ASRM (American Society Reproductive Medicine) ανάλογα με την έκταση της νόσου. Η συγκεκριμένη μέθοδος περιορίζεται, όμως, μόνο στην επιφανειακή ενδομητρίωση. Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται μία νέα Σταδιοποίηση, γνωστή ως ENZIAN, η οποία αφορά και την εν τω βάθει ενδομητρίωση.
Θεραπεία
Η θεραπεία της ενδομητρίωσης είναι εξατομικευμένη και διακρίνεται σε φαρμακευτική και χειρουργική. Για την επιλογή της κατάλληλης θεραπείας λαμβάνονται υπόψη η ηλικία της ασθενούς, η επιθυμία τεκνοποίησης, το στάδιο της νόσου και το είδος των συμπτωμάτων.
Ανάμεσα στις φαρμακευτικές επιλογές ξεχωρίζουν τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη αναλγητικά (ΜΣΑΦ), τα αντισυλληπτικά δισκία με συνδυασμούς οιστρογόνων – προγεσταγόνων, τα προγεσταγόνα και οι GnRH αγωνιστές.
Εφόσον η συμπτωματολογία δεν υφεθεί μετά από 3-6 μήνες θεραπείας, η διαγνωστική λαπαροσκόπηση αποτελεί το επόμενο διαγνωστικό και θεραπευτικό βήμα.
Η ενδομητρίωση είναι μια σοβαρή ασθένεια και πρέπει να θυμόμαστε ότι κάθε περίπτωση είναι διαφορετική! Συχνά οι ασθενείς με ενδομητρίωση υποτροπιάζουν.
Συμβουλευτείτε τον γιατρό σας και να μην αναβάλλετε τη θεραπεία.